Το ντοκιμαντέρ και η σχέση του με την πραγματικότητα
Επιχειρώντας να δώσουμε έναν σύντομο ορισμό για το ντοκιμαντέρ, θα λέγαμε ότι είναι εκείνη η ταινία που παρουσιάζει πραγματικό υλικό, καθώς επίσης και πληροφορίες για τον κόσμο που είναι βασισμένες στην πραγματικότητα. Εξάλλου, η ίδια η λέξη ντοκιμαντέρ αναφέρεται αποκλειστικά στο είδος ταινίας που καταγράφει με ακρίβεια την αντικειμενική πραγματικότητα. Η προέλευσή της είναι γαλλική και ερμηνεύεται ως «αποδεικτικός», ενώ η κινηματογραφική της σημασία υιοθετήθηκε το 1922 στη Γαλλία. Νωρίτερα, το 1910, είχε χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει τα «επίκαιρα» της εποχής και τις ταξιδιωτικές ταινίες.
Στο ντοκιμαντέρ δεν υπάρχει πλοκή όπως σε άλλα είδη ταινιών, ούτε προσκηνοθεσία, ενώ το μοντάζ έχει κυρίαρχη θέση. Η αίσθηση της συνέχειας επιτυγχάνεται με τη χρήση κινηματογραφικών μέσων όπως είναι το είδος και το μέγεθος του κάδρου, η γωνία λήψης, ο φωτισμός, η σύνθεση του κάδρου, η διήγηση, αλλά και οι ήχοι. Η χρήση όλων των μέσων συντελεί στην καταγραφή -και όχι στην ωραιοποίηση- της πραγματικότητας, ώστε να πεισθεί ο θεατής ότι η απεικόνιση είναι ρεαλιστική.
Ο πρώτος ορισμός για το ντοκιμαντέρ δόθηκε πριν περίπου έναν αιώνα από τον John Grierson, ο οποίος υποστήριξε ότι είναι η δημιουργική θεώρηση της πραγματικότητας. Η εν λόγω ερμηνεία από τον πατέρα του βρετανικού και καναδικού ντοκιμαντέρ είναι πολύ σημαντική, καθώς αναδεικνύεται το γεγονός ότι αυτού του τύπου ο κινηματογράφος δεν αντιγράφει απλά στο φιλμ την αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά ο δημιουργός την επεξεργάζεται. Παρ’ όλα αυτά, είναι αλήθεια ότι ο συγκεκριμένος ορισμός υπήρξε κάπως αμφιλεγόμενος τόσο για τους θεωρητικούς του κινηματογράφου, όσο και για τους ίδιους τους θεατές.
Τελικά, το 1948 η Παγκόσμια Ένωση Ντοκιμαντέρ όρισε το ντοκιμαντέρ ως μια διαδικασία μεθόδων καταγραφής οποιαδήποτε πτυχής της πραγματικότητας που ερμηνεύεται με ειλικρινή και αιτιολογημένα επιχειρήματα, προκειμένου να διευρύνει την ανθρώπινη γνώση και κατανόηση. Μια τέτοια καταγραφή μπορεί να θέτει επίσης με ειλικρίνεια προβλήματα και λύσεις όσον αφορά την οικονομία, τον πολιτισμό και τις ανθρώπινες σχέσεις. Απ’ την πλευρά του, ο Bill Nichols έδωσε μεταγενέστερα έναν δικό του ορισμό, που μοιάζει αρκετά αντιπροσωπευτικός, υποστηρίζοντας ότι το ντοκιμαντέρ αποτελεί μια ρητορική πρακτική που κατασκευάζει και προάγει τις δικές της αλήθειες. Μέσω αυτού γνωρίζουμε και βιώνουμε τον κόσμο που μας περιβάλλει βάσει της οπτικής γωνίας, της άποψης και των ιδεών του δημιουργού.
Συχνά, πάντως, το κοινό πιστεύει λανθασμένα ότι ο σκοπός του ντοκιμαντέρ είναι να περιγράψει την πραγματικότητα. Είναι πράγματι σύνηθες το ντοκιμαντέρ να καταγράφει ένα συμβάν χωρίς σενάριο και χωρίς να το έχει σκηνοθετήσει ο δημιουργός, αλλά αυτό δεν είναι απόλυτο. Το ντοκιμαντέρ μπορεί να περιλαμβάνει επίσης κάποια γεγονότα που έχουν σκηνοθετηθεί μόνο και μόνο για να καταγραφούν από την κάμερα. Κάτι τέτοιο δεν το καθιστά αναξιόπιστο, ούτε το τοποθετεί στη σφαίρα της μυθοπλασίας από τη στιγμή που εξυπηρετεί τον σκοπό της παρουσίασης των πραγματικών πληροφοριών της έρευνας που έχει πραγματοποιηθεί. Είναι θεμιτό ο δημιουργός να χρησιμοποιήσει κάθε σκηνοθετικό μέσο για να αναδιαμορφώσει την πραγματικότητα, προκειμένου να αποδώσει το υλικό που έχει καταγράψει με έναν όσο το δυνατό πιο κατανοητό τρόπο και να διασαφηνίσει έτσι το νόημα που θέλει να παρουσιάσει στον κόσμο.
Ήδη από την εποχή που προβλήθηκε η πρώτη ταινία τεκμηρίωσης στην ιστορία, «Ο Νανούκ του Βορρά» (1922) του Robert Flaherty, τέθηκε το ερώτημα τι είναι πραγματικό και τι όχι σε ένα ντοκιμαντέρ. Αυτή η βωβή ταινία υπήρξε ορόσημο, καθώς έθεσε τις βάσεις για τη διάκριση μεταξύ ταινίας και μυθοπλασίας, προτού καν επινοηθεί ο όρος ντοκιμαντέρ. Παράλληλα, αποτέλεσε το πρώτο δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ, αφού, όπως αποδείχθηκε, ο Flaherty είχε «στήσει» τους χαρακτήρες του για να αποδώσει συγκεκριμένα νοήματα που είχε επεξεργαστεί από πριν. Οι Εσκιμώοι έπαιξαν μπροστά στην κάμερα υπό την καθοδήγηση του σκηνοθέτη, του πρότειναν οι ίδιοι σκηνές και δούλεψαν συνεργατικά με εκείνον, ερμηνεύοντας τους εαυτούς τους. Έτσι, ο Flaherty έγινε ο πατέρας του ντοκιμαντέρ, αλλά ταυτόχρονα θέσπισε και την τεχνική της αναπαράστασης.
Από κει και πέρα, είναι αλήθεια ότι κατά το παρελθόν έχουν αμφισβητηθεί πολλά ντοκιμαντέρ ως προς την ακρίβεια των πληροφοριών τους. Ακόμα και τα ανακριβή ή αναξιόπιστα ντοκιμαντέρ όμως, παραμένουν ντοκιμαντέρ, όπως ακριβώς τα παραπλανητικά ειδησεογραφικά ρεπορτάζ παραμένουν ρεπορτάζ. Έχει σημασία να αναφερθεί εδώ ότι ένα ντοκιμαντέρ μπορεί να είναι άκρως μεροληπτικό, αλλά την ίδια στιγμή να παρουσιάζει με αξιοπιστία τις πληροφορίες για το θέμα του.
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι το δημιουργικό ντοκιμαντέρ είναι μια αναπαραστατική τέχνη που ερμηνεύει την πραγματικότητα και δεν την αντανακλά απαραίτητα. Αποτελεί μόνο μια αποτύπωση της προσωπικής μας εμπειρίας από τον κόσμο και εννοεί ως πραγματικότητα όχι ό,τι υπάρχει καθαυτή αλλά τα σημεία τομής και διασταύρωσής μας με ό,τι μας περιβάλλει. Είναι δηλαδή μια υποκειμενική ερμηνεία του δημιουργού, ο οποίος, έτσι κι αλλιώς, είναι εκείνος που αποφασίζει από την πρώτη στιγμή πού θα τοποθετηθεί η κάμερα και πώς θα είναι τα κάδρα. Κι αυτό φυσικά προτού καν περάσουμε στη διαδικασία του μοντάζ, όπου το υλικό μπορεί κάλλιστα να μεταλλαχθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και το νόημα του έργου να διαφοροποιηθεί ξανά.