Σα νοσταλγία

5 1 1 1 1 1 Βαθμολογία 5.00 (6 Ψήφοι)

Σα νοσταλγία

Μια σκοτεινή νύχτα του καλοκαιριού, μη έχοντας τι άλλο να κάνω, σκαρφάλωσα στο βράχο ν' αγναντέψω τη θάλασσα. Οι περσίδες είχαν μόλις αρχίσει το χορό τους στον ουρανό, σκίζοντας τη μαύρη βελουδένια του αυλαία σα διάπυρες βολίδες. Άπλωσα τα χέρια ψηλά, νοιώθοντας να με λούζει η κατακλυσμιαία απόκοσμη βροχή τους. Όμορφη νύχτα, μαγική! Τ' αυτιά μου χάιδευε ο φλοίσβος των κυμάτων που έγλειφαν τους πρόποδες του βράχου, νοτίζοντας το κρίταμο και τ' αλμυρίκια που ξεφύτρωναν μέσ' απ τις ρωγμές. Η λιγοστή χλόη στα πόδια μου κυμάτιζε ρυθμικά, γέρνοντας στο φύσημα του μπάτη. Κάποιοι ασημόγλαροι κούρνιαζαν παρακεί, κουρασμένοι απ' το μόχθο της μέρας.

Το βλέμμα μου πλανήθηκε χαζεύοντας στ' αντικρινά φώτα του χωριού, ώσπου σταμάτησε στο τελευταίο του σπίτι. Ψηλά στο δώμα, έβλεπα απ' το παράθυρο την ξαδέλφη μου, την Ανθή, να κάθεται στο τραπέζι με τον αρραβωνιαστικό της, που 'κείνη τη στιγμή έσκυψε και της έδωσ' ένα βιαστικό φιλί. Έπαιζαν για ώρες οι δυο τους σκάκι, όπως κάθ' απόγεμα. Ύστερα ο αρραβωνιαστικός της έσβησε το φως και το σκοτάδι συνόδεψε της νύχτας τη σιωπή.

Μερικά κιλίμια απλωμένα στην ταράτσα, θύμιζαν πως στα χωριά ο χειμώνας μπαίνει νωρίς. Το ίδιο πρωί, καθισμένος στο καφενείο με δυο γέρους, ξανάκουγ' απ' τα χείλη τους την παλιά παροιμία: «Μαύρη ρώγα μαύρη κάπα». Την ίδια ώρα, σα χάδι ένοιωσα μια γλυκιά ανατριχίλα να με διαπερνά. Ρίχνοντας το σακάκι μου στην πλάτη κάθισα χάμω ν ' αναπολήσω τα παλιά.

Ξανάφερα στο νου μου όσα μου 'χε διηγηθεί η Ανθή για το πώς γνώρισε τον αρραβωνιαστικό της: Ήταν νύχτα, παραμονή τ΄αϊ-Γιαννιού κι είχε πάει στην πηγή, έξω απ' το χωριό, να φέρει «τ' αμίλητο νερό». Κλήδονας, λέγεται το έθιμο κι είναι για τις ανύπαντρες. Το κουβάλησε λοιπόν, το νερό, μ' ένα λαγήνι, δίχως να πει λέξη σε κανένα, ώσπου να φτάσει σπίτι της. Οι φίλες της, φέραν καθεμιά το δικό τους κόσμημα: άλλη βραχιόλι, άλλη δαχτυλίδι και τα 'βαλαν όλα μαζί στο λαγήνι. Τ' άφησαν ολονυχτίς στο φως του φεγγαριού, να διαβαστούν. Την άλλη μέρα φόρεσε καθεμιά το χρυσαφικό της και βγήκαν όλες χωριστά στα σταυροδρόμια, δίχως να μιλάνε σε κανένα, ώσπου ν΄ακούσουν κάποιον να φωνάζει ένα όνομα αντρικό. Τότε πια ήξερε καθεμιά τους πώς θα λεγόταν ο άντρας που θα 'παιρνε.

Τον αρραβωνιαστικό της, τον γνώρισε την ίδια μέρα στο πανηγύρι. Από τότε αγαπήθηκαν και ζουν μαζί στο ίδιο σπίτι, εδώ και δύο χρόνια, μέχρι να κανονιστεί ο γάμος. «Μάτια μου! Κρίνο του γιαλού!», τη φωνάζει αυτός κι όλο της λέει χαριτολογώντας πως δεν είχε σκοπό να παντρευτεί, μα για χάρη της θα 'σβηνε και το φεγγάρι, ώστε να λάμπει μοναχά η ομορφιά της στον κόσμο. Άλλοτε πάλι της σιγανοψιθυρίζει: «Μάγια μου 'κανες, πλανεύτρα!» κι εκείνη κοκκινίζει από χαρά κι όλο γελά. Καλό κορίτσι η Ανθή. Μια μέρα εκεί που πίναμε τσίπουρο σ' ένα ταβερνάκι, του αντιγύρισα κι εγώ: «Βρε Τάσο, αν δεν ήσουν κι εσύ καταφερτζής, δε θα μας την πλάνευες την Ανθή!» και γελούσαμε. Ναυτικός ο Τάσος, έχει δικό του καΐκι και ψαρεύει. Νοικοκύρης και μοναχογιός. Οικογενειακή επιχείρηση, αναντάν μπαμπαντάν που λένε. Μόλις χτες μου ζήτησαν να τους παντρέψω κι εγώ δέχτηκα. Σε κάνα χρόνο θα 'χω ανίψι και βαφτίσια. Ποιος τη χάρη μου! Να 'χω
και κάτι ν' ασχολούμαι.

Ο αέρας πήρε ξάφνου ν' αλλάζει. Αύριο θα 'χουμ' αγιάζι, λεν τα μερομήνια. Καλοχρείαστη θα 'ταν και προβιά ακόμη, να φυλαχτείς απ' το κρύο, σκέφτηκα κι άρχισα να κατηφορίζω προς τη θάλασσα. Τα βότσαλα κροτάλισαν κάτ' απ' τα πόδια μου. Θυμήθηκα μικρός που παίζαμε μ' αυτά, πετώντας τα σα σαΐτες στη θάλασσα και παραβγαίναμε ποιος θα τα 'ριχνε πιο μακριά. Μου 'ρθε στο νου και μια άλλη εικόνα: αυτή του παππού να πίνει το κρασί του μπρος στο τζάκι, σκαλίζοντας τη χόβολη, ενώ εγώ έκανα μέσα μου τάμα κι υπόσχεση μαζί, να ξανάρθω σα μεγαλώσω στο χωριό μου, να χτίσω σπίτι με κήπο κι αυλή και να 'χω πολλά αμπέλια για καλό ασύρτικο σαντορινιό. Άπλωσα το χέρι μου κι έκοψα δυο καρπούς απ' το σχίνο π' άνθιζε πλάι μου. Τους κράτησα λίγο στην παλάμη κι ύστερα τους δοκίμασα σκεφτικός. Η γεύση τους γλυκόπικρη, σα νοσταλγία.

Αλέξανδρος Λαβιδάς-Μωυσίδης

Από μικρός μου άρεσε η ενασχόληση με τη θάλασσα και με ενθουσίαζαν τα ταξίδια. Τελειώνοντας το λύκειο επέλεξα σπουδές στην Αγγλία με σκοπό μια καριέρα στο εμπορικό ναυτικό. Έτσι, τόσο στη δουλειά όσο και στις άδειές μου, μου δίνεται η δυνατότητα να δω καινούρια μέρη και να γνωρίσω κουλτούρες πολύ διαφορετικές από τη δική μας. Στον ελεύθερό μου χρόνο διαβάζω ιστορία και προσπαθώ συνεχώς να μαθαίνω καινούρια πράγματα.

Σχόλια (0)

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια εδώ

Αφήστε τα σχόλιά σας

  1. Δημοσίευση σχολίου ως επισκέπτης.
Συνημμένα (0 / 3)
Μοιραστείτε την τοποθεσία σας
Πληκτρολογήστε το κείμενο που παρουσιάζεται στην παρακάτω εικόνα. Δεν είναι σαφές;

Please publish modules in offcanvas position.